Καθολική πρόληψη (universal prevention)
Απευθύνονται στο νεανικό πληθυσμό χωρίς να έχουν ληφθεί υπόψη πιθανά χαρακτηριστικά (ψυχολογικά, κοινωνικά κ.ά.) που θεωρούνται παράγοντες κινδύνου για μελλοντική χρήση ουσιών. Οι παρεμβάσεις υλοποιούνται είτε άμεσα στους νέους/-ες (π.χ. μαθητές, νέους/-ες, στρατευμένους) είτε σε άλλες ομάδες (π.χ. εκπαιδευτικούς, γονείς,) που έρχονται σε επαφή με νέους/-ες. Στόχος των καθολικών παρεμβάσεων πρόληψης είναι η αποφυγή ή η αναβολή της έναρξη της χρήσης ουσιών, παρέχοντας τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες. Πρόκειται για παρεμβάσεις ευρείας κλίμακας.
Επικεντρωμένη πρόληψη (selective prevention)
Οι παρεμβάσεις επικεντρωμένης πρόληψης απευθύνονται μόνο σε υποομάδες του νεανικού πληθυσμού για τις οποίες θεωρείται ότι συντρέχουν παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωση προβλημάτων που σχετίζονται με τη χρήση ουσιών (π.χ. μαθητές με ψυχοκοινωνικά προβλήματα ή/και χαμηλής ακαδημαϊκής απόδοσης, μαθητές που είναι στο όριο να εγκαταλείψουν το σχολείο, νέοι που έχουν εγκαταλείψει το σχολείο, παιδιά οι γονείς των οποίων έχουν προβλήματα χρήσης ουσιών, μετανάστες, άνεργοι κ.ά.). Οι παρεμβάσεις υλοποιούνται σε επίπεδο ομάδας χωρίς να έχουν ληφθεί υπόψη επιπλέον ατομικοί παράγοντες κινδύνου για μελλοντική χρήση ουσιών. Πρόκειται για εστιασμένες παρεμβάσεις σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Ενδεδειγμένη πρόληψη (indicated prevention)
Οι παρεμβάσεις ενδεδειγμένης πρόληψης απευθύνονται μόνο σε άτομα τα οποία έχουν εκδηλώσει πρώιμα σημάδια χρήσης ουσιών (χωρίς να πληρούνται τα κριτήρια για την εξάρτηση του DSM IV) , ψυχολογικά προβλήματα ή προβλήματα συμπεριφοράς, που σχετίζονται με τη χρήση ουσιών (π.χ. άτομα με διαταραχή ελλειμματικής συμπεριφοράς με ή χωρίς υπερκινητικότητα ADHD κ.ά.). Στόχοι είναι η έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση σε ατομικό επίπεδο.
Περιβαλλοντικές στρατηγικές πρόληψης (environmental prevention)
Ενώ η καθολική, η επικεντρωμένη και η ενδεδειγμένη πρόληψη και οι αντίστοιχες παρεμβάσεις αναπτύσσονται στο πλαίσιο της διαμόρφωσης στάσεων και συμπεριφορών του ατόμου, οι περιβαλλοντικές στρατηγικές πρόληψης στοχεύουν στη μεταβολή του άμεσα σχετιζόμενου πολιτισμικού, κοινωνικού, φυσικού και οικονομικού πλαισίου μέσα στο οποίο οι νέοι κάνουν τις επιλογές τους σχετικά με τη χρήση. Στο πλαίσιο αυτό θεωρείται ότι οι νέοι δεν εμπλέκονται με τις ουσίες μόνο στη βάση των προσωπικών τους χαρακτηριστικών. Αντίθετα, επηρεάζονται από ένα σύνολο παραγόντων του περιβάλλοντός τους, όπως οι κρατούσες αντιλήψεις για το «φυσιολογικό», οι κοινωνικά αναμενόμενες ή οι κυρίαρχες σχετικά με τη χρήση ουσιών συμπεριφορές, οι κοινωνικοί κανόνες ή οι νόμοι που υπάρχουν, ο δημόσιος λόγος, καθώς και η διαθεσιμότητα και η ευκολία πρόσβασης στις ουσίες. Συγκεκριμένα, οι περιβαλλοντικές στρατηγικές πρόληψης συχνά περιλαμβάνουν μέτρα όπως είναι ο έλεγχος της αγοράς, η θέσπιση ορίων ηλικίας για την αγορά καπνού και οινοπνευματωδών, απαγορεύσεις σχετικές με το κάπνισμα κτλ. Έχουν επομένως μια σημαντική δυναμική για κοινωνικό διάλογο, καθώς αποτελούν πρόκληση για το πώς η κοινωνία αντιλαμβάνεται τη δημόσια υγεία. Για παράδειγμα, θέματα δημόσιας υγείας, όπως είναι η διατροφή, το κάπνισμα και η χρήση οινοπνευματωδών, θεωρούνται ζητήματα προσωπικής επιλογής, στα οποία το κράτος δεν πρέπει να παρεμβαίνει.
Για βασικές έννοιες και όρους στον τομέα της πρόληψης, βλ. Εγχειρίδιο για την πρόληψη της ουσιοεξάρτησης: Κατευθυντήριες γραμμές και σχεδιασμός παρεμβάσεων (ΕΚΤΕΠΝ 2011).
Για βασικές έννοιες, όρους και ορισμούς στον τομέα της πρόληψης, δείτε την έκδοση του ΕΚΤΕΠΝ: Εγχειρίδιο για την Πρόληψη της Ουσιοεξάρτησης: Κατευθυντήριες Γραμμές και Σχεδιασμός Παρεμβάσεων.