Στοιχεία για τις εισόδους στη θεραπεία για χρήση ουσιών στην Ελλάδα συλλέγονται μέσω του συστήματος του Δείκτη Αίτησης Θεραπείας (ΔΑΘ) του ΕΚΤΕΠΝ και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τα Ναρκωτικά (EMCDDA). Για το 2021 τα στοιχεία προήλθαν από συνολικά 92 δομές των αναγνωρισμένων υπηρεσιών παροχής συμβουλευτικής, θεραπείας ψυχοκοινωνικής υποστήριξης (ψυχοκοινωνικά ή ‘στεγνά’ θεραπευτικά προγράμματα), σωματικής αποτοξίνωσης και θεραπείας με αγωνιστές οπιοειδών (αναφέρονται στο εξής ως ‘προγράμματα θεραπείας’) που απέστειλαν στο ΕΚΤΕΠΝ σχετικά δεδομένα. Συνοπτικά, τα δεδομένα για τα χαρακτηριστικά των ατόμων που εισέρχονται ετησίως στη θεραπεία για χρήση ουσιών παρουσιάζονται στον Πίνακα 3.1.
Είσοδοι στη θεραπεία για χρήση ουσιών
Περίπου τρεισήμισι χιλιάδες άτομα εισέρχονται ετησίως στα προγράμματα θεραπείας για τη χρήση ουσιών (στοιχεία 2021, τελευταία διαθέσιμα). Διαχρονικά: Το 2021, ο αριθμός των εισόδων στη θεραπεία (n=3 447) ήταν οριακά αυξημένος (+5% ποσοστιαία μεταβολή) συγκριτικά με το 2020 (την πρώτη χρονιά της περιόδου της πανδημίας του COVID). Ωστόσο, το 2021 ο αριθμός των εισόδων ήταν χαμηλότερος τόσο σε σχέση με πριν από μία 5ετία (2017, -20% ποσοστιαία μεταβολή) όσο και σε σχέση με πριν από μία 10ετία (2012, -39% ποσοστιαία μεταβολή, Γράφημα 3.1).
Σχόλιο | Η μειούμενη τάση στον ετήσιο αριθμό των εισόδων που παρατηρείται την τελευταία δεκαετία μπορεί να είναι ενδεικτική -μεταξύ άλλων- μιας συγκράτησης του ρυθμού εισόδων νέων ατόμων στην προβληματική χρήση ουσιών, αλλά και μιας ανάγκης για περεταίρω αύξησης της ορατότητας των υπηρεσιών θεραπείας στις κοινότητες των ατόμων που κάνουν οποιασδήποτε μορφής χρήση ουσιών.
Είσοδοι στη θεραπεία από τη χρήση ουσιών ανά γενικό τύπο θεραπείας
Τα αιτήματα για θεραπεία από τη χρήση ουσιών στην Ελλάδα γίνονται στην πλειονότητά τους στα ‘στεγνά’ θεραπευτικά προγράμματα. Το 2021 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) τα τρία τέταρτα (76,4%) των αιτημάτων έγιναν σε ‘στεγνό’ θεραπευτικό πρόγραμμα, με το υπόλοιπο 23,6% να εισέρχονται στο πρόγραμμα θεραπείας με αγωνιστές. Διαχρονικά: Το 2021, ο ετήσιος αριθμός των εισόδων στη θεραπεία ήταν μειωμένος τόσο στα ‘στεγνά’ [ποσοστιαία μεταβολή, -16% και -19% συγκριτικά με πριν από μία 5ετία (2017) και πριν από μία 10ετία (2012), αντίστοιχα], όσο και στη θεραπεία με αγωνιστές οπιοειδών [ποσοστιαία μεταβολή, -20% και -62% συγκριτικά με πριν από μία 5ετία (2017) και πριν από μία 10ετία (2012), αντίστοιχα] (Γράφημα 3.1).
Είσοδοι στη θεραπεία ανά ιστορικό προηγούμενης προσπάθειας για θεραπεία
Περισσότερες από τις μισές εισόδους (57,0%, n=1 944, στοιχεία 2021) αφορούν άτομα που -κατά δήλωσή τους- είχαν εισέλθει ξανά στο παρελθόν σε κάποιο πρόγραμμα θεραπείας για τη χρήση ουσιών (στο εξής, ‘προηγούμενη θεραπεία’). Αντίστοιχα, το 43,0% (n=1 468) των περιπτώσεων αφορούν άτομα που εισέρχονται για πρώτη φορά στη θεραπεία (στο εξής: ‘πρώτη θεραπεία’).
Δ ι α χ ρ ο ν ι κ ά: Συγκριτικά με πριν από μία 10ετία (2012), ο ετήσιος αριθμός των εισόδων είναι σήμερα (2021) μειωμένος τόσο στις περιπτώσεις με ιστορικό ‘προηγούμενης θεραπείας’, όσο και στις περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’ (ποσοστιαία μεταβολή -40%). Μειωμένος είναι ο αριθμός των εισόδων σήμερα (2021) και συγκριτικά με πριν από μία 5ετία (2017), αλλά η μείωση αυτή είναι σημαντικά μικρότερη στις περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’ (ποσοστιαία μεταβολή -12%), συγκριτικά με εκείνη που παρατηρείται στις περιπτώσεις της ‘προηγούμενης θεραπείας’ (ποσοστιαία μεταβολή -23%, Γράφημα 3.2).
Σχόλιο | Η μειούμενη τάση στον ετήσιο αριθμό των εισόδων ‘χωρίς ιστορικό προηγούμενης θεραπείας’ θα μπορούσε να είναι ενθαρρυντική, καθώς είναι ενδεικτική μιας ενδεχόμενης συγκράτησης του ρυθμού νέων εισόδων στην προβληματική χρήση ουσιών. Ωστόσο, το παραπάνω θα ίσχυε μόνο υπό την προϋπόθεση ότι οι υπηρεσίες θεραπείας έχουν πολύ υψηλά επίπεδα κάλυψης στην κοινότητα των ατόμων που κάνουν προβληματική χρήση και δυνάμει έχουν τη πρόθεση να λάβουν υπηρεσίες θεραπείας.
Είσοδοι στη θεραπεία ανά πηγή παραπομπής/παρότρυνσης
Σχεδόν ένα στα 2 άτομα (47,4%) που εισέρχονται σε κάποιο από τα αναγνωρισμένα προγράμματα θεραπείας για τη χρήση ουσιών κινητοποιήθηκαν οι ίδιοι/ιες στο να αναζητήσουν βοήθεια για το πρόβλημά τους (στοιχεία 2021, Πίνακας 3.1). Με μεγάλη διαφορά ακολουθούν σε συχνότητα ως πηγή/αιτία παραπομπής/παρότρυνσης στη θεραπεία η οικογένεια (16,6%) και οι φίλοι/ες (12,6%). Σε πολύ χαμηλότερα ποσοστά παραπέμπονται/παροτρύνονται τα άτομα σε θεραπεία μέσω ιδιωτών γιατρών (ψυχιάτρων ή άλλων ειδικοτήτων) ή ψυχολόγων (4,0%) και μέσω υπηρεσιών του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης (δικαστικές αρχές ή αστυνομία, 4,2%).
Πολλαπλή χρήση
Ανεξαρτήτως κύριας ουσίας χρήσης, τα τρία τέταρτα (74,4%) των ατόμων που εισέρχονται στη θεραπεία (στοιχεία 2021) αναφέρουν προβληματική χρήση περισσοτέρων της μιας ουσιών (‘πολλαπλή χρήση’, Γράφημα 3.3). Η πολλαπλή χρήση αναφέρεται σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό από άτομα με κύρια ουσία χρήσης τα οπιοειδή (83,5%), καθώς και από άτομα με κύρια ουσία χρήσης την κοκαΐνη / άλλα διεγερτικά (77,0%). Πολλαπλή χρήση αναφέρεται επιπλέον, σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό από άτομα με ιστορικό ‘προηγούμενης εισόδου στη θεραπεία’ (80,2%), απ’ ό,τι από άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία για ‘πρώτη φορά’ (66,4%, Γράφημα 3.3).
Δεν φαίνεται σε γράφημα ή πίνακα, αλλά:
- Τα οπιοειδή αναφέρονται ως μέρος της πολλαπλής χρήσης από το 40,0% των ατόμων που αναφέρουν κύρια ουσία τα ψυχοδραστικά φάρμακα (μη-ιατρική χρήση)/λοιπές ουσίες, το 22,2% των ατόμων που ανέφεραν ως κύρια ουσία την κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά, και από το 11,8% των ατόμων που ανέφεραν κύρια ουσία την κάνναβη.
- Η κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά αναφέρονται ως μέρος της πολλαπλής χρήσης από το 37,4% όσων ανέφεραν κύρια ουσία την κάνναβη, το 36,8% όσων ανέφεραν ως κύρια ουσία οπιοειδή, καθώς και από το 24,7% όσων ανέφεραν κύρια ουσία τα ψυχοδραστικά φάρμακα (μη-ιατρική χρήση)/λοιπές ουσίες.
- Η κάνναβη αναφέρεται ως μέρος της πολλαπλής χρήσης από το 52,0% όσων ανέφεραν κύρια ουσία κοκαΐνη/ άλλα διεγερτικά, το 41,5% όσων ανέφεραν ως κύρια ουσία κάποιο οπιοειδές, αλλά και από το 36,7% όσων ανέφεραν κύρια ουσία τα ψυχοδραστικά φάρμακα (μη-ιατρική χρήση)/ λοιπές ουσίες.
- Τα ψυχοδραστικά φάρμακα (μη-ιατρική χρήση)/λοιπές ουσίες αναφέρονται ως μέρος της πολλαπλής χρήσης από το 49,2% όσων ανέφεραν ως κύρια ουσία κάποιο οπιοειδές, το 20,6% όσων ανέφεραν κύρια ουσία κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά και το 18,6% όσων ανέφεραν κύρια ουσία την κάνναβη.
- Κατάχρηση αλκοόλ, αναφέρεται ως μέρος της πολλαπλής χρήσης από το 6,7% όσων ανέφεραν ως κύρια ουσία τα οπιοειδή, το 23,1% όσων ανέφεραν ως κύρια ουσία κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά, το 18,7% όσων ανέφεραν κύρια ουσία τα φάρμακα(μη-ιατρική χρήση)/λοιπές ουσίες και από το 15,7% όσων ανέφεραν κύρια ουσία την κάνναβη (δεν φαίνονται σε γράφημα ή πίνακα).
Δ ι α χ ρ ο ν ι κ ά: Ανεξαρτήτως κύριας ουσίας -και παρά τις ενδιάμεσες ήπιες διακυμάνσεις-, το ποσοστό των ατόμων που αναφέρουν πολλαπλή χρήση ήταν το 2021 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) περίπου στα ίδια επίπεδα (~74%) με πριν από περίπου μία 10ετία (Γράφημα 3.4). Ωστόσο, την τελευταία 5ετία διαγράφεται μια σταθερά αυξητική τάση στην πολλαπλή χρήση, ιδιαίτερα στην κατηγορία της συστηματικής χρήσης 4-5 ουσιών.
Σχόλιο | Χωρίς απαραιτήτως τα δύο φαινόμενα να συνδέονται μεταξύ τους, η αυξητική τάση που παρατηρείται στο ποσοστό των ατόμων που αναφέρουν πολλαπλή χρήση ουσιών την τελευταία 5ετία προσομοιάζει εκείνης που είχε παρατηρηθεί και κατά το ίδιο διάστημα πριν από την επιδημική έκρηξη της HIV λοίμωξης στην κοινότητα των χρηστών στην περιοχή της Αθήνας, το 2011.
Κύρια ουσία χρήσης
Στα άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία από τη χρήση ουσιών στην Ελλάδα, τα οπιοειδή αναφέρονται συχνότερα ως η κύρια ουσία χρήσης και ως η ουσία που τούς δημιουργεί το μεγαλύτερο πρόβλημα. Οπιοειδή ως η ‘κύρια ουσία’ αναφέρονται από περίπου ένα στα 2 άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία (50,1%, στοιχεία 2021, Γράφημα 3.5). Η κάνναβη, ως κύρια ουσία, αναφέρεται από το ένα τέταρτο (26,2%) και η κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά από το ένα πέμπτο (19,4%) των εισόδων. Μαζί, η μη-ιατρική χρήση συνταγογραφούμενων ψυχοδραστικών φαρμάκων (κυρίως βενζοδιαζεπινών) κι οι λοιπές ουσίες αναφέρονται από το 4,4% των ατόμων που εισέρχονται στη θεραπεία.
Τα οπιοειδή αναφέρονται ως η κύρια ουσία σε υπερδιπλάσιο ποσοστό από τα άτομα με ιστορικό προηγούμενης εισόδου/προσπάθειας για θεραπεία (65,3%), συγκριτικά με τα άτομα που μπαίνουν στη θεραπεία για πρώτη φορά (29,5%, Γράφημα 3.5). Αντίθετα, ως κύριες ουσίες, η κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά κι η κάνναβη αναφέρονται σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό από τα άτομα που εισέρχονται για πρώτη φορά στη θεραπεία, συγκριτικά με εκείνα με ιστορικό προηγούμενης εισόδου σε θεραπεία (25,8% και 14,8%, αντίστοιχα για τις περιπτώσεις με κύρια ουσία την κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά και 40,5% και 15,5%, αντίστοιχα για τις περιπτώσεις με κύρια ουσία την κάνναβη, Γράφημα 3.5).
Ως η κύρια ουσία, τα οπιοειδή αναφέρονται σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό στις εισόδους στη θεραπεία στην περιοχή της Θεσσαλονίκης (60,3%, συγκριτικά με την Αττική και τις Λοιπές περιοχές), ενώ αναφέρονται επίσης συχνότερα στις Λοιπές περιοχές (53,9%), συγκριτικά με την Αττική (45,1%, Γράφημα 3.5). Αντίθετα, η κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά αναφέρεται σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό από τα άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία στις μονάδες της Αττικής (24,5%), συγκριτικά με τις μονάδες της Θεσσαλονίκης (12,8%) και των Λοιπών περιοχών (13,9%, Γράφημα 3.5).
Δ ι α χ ρ ο ν ι κ ά: Το 2021 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία), ο αριθμός των ατόμων που εισήλθαν στη θεραπεία και ανέφεραν τα οπιοειδή ως κύρια ουσία ήταν σημαντικά μειωμένος συγκριτικά με πριν από μια 5ετία (ποσοστιαία μεταβολή -34%) αλλά και με πριν από μια 10ετία (ποσοστιαία μεταβολή -61%, Γράφημα 3.6). Αντίθετα, ως κύρια ουσία, η κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά αναφέρθηκε το 2021 σε σημαντικά μεγαλύτερη συχνότητα, απ’ ό,τι πριν από μια 5ετία (ποσοστιαία μεταβολή +69%) και κυρίως συγκριτικά πριν από μια 10ετία (ποσοστιαία μεταβολή +162%)—αμφότερα ενδεικτικά σημαντικών (αν και σταδιακών) μεταβολών στα πρότυπα χρήσης στον πληθυσμό των ατόμων που κάνουν χρήση ουσιών υψηλότερου κινδύνου.
Μέση ηλικία έναρξης χρήσης της κύριας ουσίας
Ανεξαρτήτως κατηγορίας ουσίας, η μέση ηλικία έναρξης της (συστηματικής) χρήσης της κύριας ουσίας είναι τα 20,6 έτη (τυπική απόκλιση [τ.α.]: 7,2, στοιχεία 2021, δεν φαίνεται σε γράφημα). Η μέση ηλικία έναρξης της συστηματικής χρήσης κάνναβης είναι τα 16,6 έτη (τ.α.: 4,4)—δηλαδή περίπου η Β΄ Λυκείου (όπου υπάρχει φοίτηση σε σχολείο), ενώ η ηλικία έναρξης της χρήσης των ουσιών εκτός κάνναβης είναι κατά μέσον όρο γύρω ή αμέσως μετά τα 22 έτη (Γράφημα 3.7). Σε όλες σχεδόν τις κατηγορίες ουσιών, η μέση ηλικία έναρξης της χρήσης της κύριας ουσίας είναι σημαντικά μεγαλύτερη στα άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία για πρώτη φορά, συγκριτικά με εκείνα που έχουν επιχειρήσει θεραπεία και στο παρελθόν. Αττική, Θεσσαλονίκη και Λοιπές περιοχές δεν διαφέρουν σημαντικά ως προς τη μέση ηλικία έναρξης της συστηματικής χρήσης της κύριας ουσίας για τις περισσότερες κατηγορίες ουσιών. Εξαίρεση αποτελεί η Αττική, στην οποία παρατηρείται οριακά μικρότερη μέση ηλικία έναρξης όταν πρόκειται για τα οπιοειδή (21,7 έτη, συγκριτικά με τις Λοιπές περιοχές, 22,2 έτη) και η Θεσσαλονίκη, στην οποία παρατηρείται οριακά μικρότερη μέση ηλικία έναρξης όταν πρόκειται για την κάνναβη (16,1 έτη, συγκριτικά με την Αττική, 16,5 έτη και κυρίως τις Λοιπές περιοχές, 16,9 έτη, δεν φαίνεται σε γράφημα).
Μέση διάρκεια χρήσης της κύριας ουσίας μέχρι την πρώτη είσοδο στη θεραπεία
Στα άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία για πρώτη φορά, ανεξαρτήτως κατηγορίας ουσίας, η διάρκεια χρήσης της κύριας ουσίας έως και την πρώτη είσοδο σε πρόγραμμα θεραπείας είναι κατά μέσον όρο τα 11,4 χρόνια (τ.α.: 9,2, στοιχεία 2021, δεν φαίνεται σε γράφημα). Το διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την πρώτη είσοδο στη θεραπεία είναι στην περίπτωση των οπιοειδών (κύρια ουσία) σημαντικά μεγαλύτερο (κατά περίπου τέσσερα χρόνια) έναντι των άλλων κατηγοριών ουσιών (Γράφημα 3.8). Η μέση διάρκεια χρήσης της ουσίας μέχρι την είσοδο σε κάποιο πρόγραμμα δεν διαφέρει σημαντικά μεταξύ Αττικής, Θεσσαλονίκης και λοιπών περιοχών, με εξαίρεση την κάνναβη, για την οποία το διάστημα μέχρι την είσοδο στη θεραπεία είναι σημαντικά μεγαλύτερο στις Λοιπές περιοχές (12,3 έτη), συγκριτικά με την Αττική (9,5 έτη, Γράφημα 3.8).
Καθημερινή χρήση της κύριας ουσίας
Ανεξαρτήτως κατηγορίας ουσίας, ένα στα 2 άτομα (50,8%) που εισέρχονται στη θεραπεία (στοιχεία 2021) αναφέρουν καθημερινή χρήση της κύριας ουσίας (δεν φαίνεται σε γράφημα). Καθημερινή χρήση αναφέρεται σε υψηλότερο ποσοστό όταν η κύρια ουσία είναι τα ψυχοδραστικά φάρμακα (μη-ιατρική χρήση)/λοιπές ουσίες (68,3%, Γράφημα 3.9). Στα οπιοειδή, καθημερινή χρήση αναφέρεται από το 60,4%, σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό (66,4%) από τα άτομα που εισέρχονται για πρώτη φορά στη θεραπεία (έναντι όσων έχουν ιστορικό εισαγωγής στη θεραπεία, 58,2%) και τα άτομα που εισέρχονται σε μονάδες της Αττικής (69,4%, έναντι των λοιπών περιοχών, 49,7%). Στην κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά, η καθημερινή χρήση αναφέρεται από το 29,4%, με το ποσοστό να τείνει στο να είναι σημαντικά υψηλότερο στα άτομα που μπαίνουν στις μονάδες της Αττικής (32,1%, έναντι εκείνων των λοιπών περιοχών, 22,1%, Γράφημα 3.9).
Συνήθης τρόπος χρήσης της κύριας ουσίας
Σ υ ν ή θ η ς τ ρ ό π ο ς χ ρ ή σ η ς, μ ε ο π ι ο ε ι δ ή ω ς κ ύ ρ ι α ο υ σ ί α χρήσης (n=1715): Η ενδορινική χρήση αποτελεί τον συνήθη τρόπο χρήσης για τα άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία για οπιοειδή (61,1%, στοιχεία 2021), ενώ σε ποσοστό 25,7% αναφέρουν την ενέσιμη χρήση (Γράφημα 3.10). Συγκριτικά με τα άτομα με ‘ιστορικό προηγούμενης εισόδου στη θεραπεία’, οι περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’ επιλέγουν την ενέσιμη χρήση σε σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό (27,8% και 19,7%, αντίστοιχα) και την ενδορινική χρήση σε υψηλότερο (59,0% και 67,1%, αντίστοιχα). Η ενέσιμη χρήση -ως ο συνήθης τρόπος λήψης οπιοειδών- αναφέρεται σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό στη Θεσσαλονίκη (30,7%) και ιδιαίτερα στις Λοιπές περιοχές της χώρας (38,9%) και μόλις από το 14,7% στην Αττική.
Σχόλιο | Μολονότι η Αττική ξεχωρίζει αρνητικά ως προς την καθημερινή χρήση, η χρήση φαίνεται να αφορά κυρίως τον ενδορινικό (σχετικά ασφαλέστερο) παρά την ενέσιμο (σχετικά επικινδυνότερο) τρόπο χρήσης. Η Θεσσαλονίκη και οι Λοιπές περιοχές έχουν προτίμηση στην ενέσιμη, ενώ κι η τάση την τελευταία 2ετία είναι επιπλέον αυξητική στα γεωγραφικά αυτά στρώματα. Το ίδιο ισχύει και με την κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά, καθώς και την πολύ πρόσφατη ενέσιμη, αλλά και κοινή χρήση οπιοειδών αλλά και κοκαΐνης / άλλων διεγερτικών (βλέπε επόμενες ενότητες).
Δ ι α χ ρ ο ν ι κ ά: Ανακοπή της έως τότε μειούμενης τάσης στην προτίμηση στην ενέσιμη χρήση παρατηρείται την τελευταία 2ετία (2020-2021) στα άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία για οπιοειδή (Γράφημα 3.11)—με την παραπάνω τάση να αφορά αποκλειστικά τα άτομα με ‘προηγούμενη είσοδο’ στη θεραπεία και αποκλειστικά τα άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία σε Θεσσαλονίκη και Λοιπές περιοχές (δεν φαίνεται σε γράφημα).
Σχόλιο | Μολονότι παραπάνω σημειώθηκε ότι το υποσύνολο των νέων εισαγωγών φαίνεται να κάνει σε υψηλότερο ποσοστό καθημερινή χρήση της κύριας ουσίας, εδώ (αλλά και με την κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά) φαίνεται ότι η χρήση αυτή αναφέρεται κυρίως σε ενδορινική παρά την ενέσιμη χρήση. Ενώ, όπως φαίνεται και παρακάτω, η LT και η πολύ πρόσφατη ενέσιμη χρήση είναι χαμηλότερη στην υποομάδα αυτή.
Σ υ ν ή θ η ς τ ρ ό π ο ς χ ρ ή σ η ς, μ ε τ η ν κ ο κ α ΐ ν η/ά λ λ α δ ι ε γ ε ρ τ ι κ ά ω ς κ ύ ρ ι α ουσία (n=665): Η μύτη (ενδορινικώς) αποτελεί το συνήθη τρόπο χρήσης για την πλειονότητα (54,3%, στοιχεία 2021) των ατόμων που εισέρχονται στη θεραπεία για κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά, το κάπνισμα/εισπνοή από το στόμα προτιμάται από το 34,3%, ενώ η ένεση αναφέρεται ως ο συνήθης τρόπος χρήσης από το 9,5% των εισόδων. Συγκριτικά με τα άτομα με ‘ιστορικό προηγούμενης εισόδου στη θεραπεία’, οι περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’ επιλέγουν την ενδορινική χρήση σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό (45,8% και 60,8%, αντίστοιχα) και την ενέσιμη χρήση σε σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό (15,7% και 4,5%, αντίστοιχα, Γράφημα 3.12). Ως συνήθης τρόπος χρήσης στα άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία για κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά, η ένεση αναφέρεται σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό στη Θεσσαλονίκη (18,3%) και στις Λοιπές περιοχές της χώρας (13,4%), συγκριτικά με την Αττική (6,9%, Γράφημα 3.12).
Δ ι α χ ρ ο ν ι κ ά: Δεν παρατηρείται κάποια σημαντική μεταβολή στα ποσοστά (Γράφημα 3.13) ή στον αριθμό (δεν φαίνεται σε γράφημα) των αναφορών στους συνήθεις τρόπους χρήσης, με εξαίρεση ίσως το ότι το κάπνισμα / εισπνοή από το στόμα επιλέγεται από σταδιακά περισσότερα άτομα με κύρια ουσία την κοκαΐνη/διεγερτικά τα τελευταία χρόνια (για παράδειγμα, αναφέρεται σήμερα, 2021 κατά +14% συχνότερα απ’ ό,τι πριν από μία 5ετία, 2017).
Συνήθης τρόπος χρήσης στα άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία για κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά και αναφέρουν τα οπιοειδή ως δευτερεύουσα ουσία:
Το κάπνισμα/εισπνοή από το στόμα αποτελεί το συνήθη (38,9%) τρόπο χρήσης για τα άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία για κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά και αναφέρουν τα οπιοειδή ως δευτερεύουσα—το 31,5% αναφέρουν τη μύτη και το 28,9% την ενέσιμη χρήση ως το συνήθη τρόπο χρήσης της ουσίας (δεν φαίνεται σε γράφημα). Συγκριτικά με τα άτομα με ‘ιστορικό προηγούμενης προσπάθειας για θεραπεία’, οι περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’ επιλέγουν την ενέσιμη χρήση σε σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό (20,4% και 32,3%, αντίστοιχα) και το κάπνισμα/εισπνοή σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό (44,9% και 35,4%, αντίστοιχα). Η ενέσιμη χρήση ως συνήθης τρόπος στα άτομα που εισέρχονται στη θεραπεία για κοκαΐνη/άλλα διεγερτικά και αναφέρουν τα οπιοειδή ως δευτερεύουσα αναφέρεται σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό στις Λοιπές περιοχές της χώρας (34,2%) και ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη (52,4%) και μόλις από το 21,1% στην Αττική.
Επιπολασμός της ενέσιμης χρήσης
Ε π ι π ο λ α σ μ ό ς τ η ς ε ν έ σ ι μ η ς χ ρ ή σ η ς, α ν ε ξ α ρ τ ή τ ω ς κ ύ ρ ι α ς ο υ σ ί α ς: Ο επιπολασμός της ενέσιμης χρήσης (έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή) υπολογίζεται στο 45,7% των ατόμων που εισέρχονται στη θεραπεία για χρήση ουσιών (στοιχεία 2021), με σχεδόν το 1/3 αυτών (17,7% του συνόλου των εισόδων) να αναφέρουν πολύ πρόσφατη ενέσιμη χρήση (δηλαδή έστω και μία φορά κατά τη διάρκεια των 30 τελευταίων ημερών, Πίνακας 3.1).
Ε π ι π ο λ α σ μ ό ς τ η ς ε ν έ σ ι μ η ς χ ρ ή σ η ς σ τ α ά τ ο μ α π ο υ α ν α φ έ ρ ο υ ν τ α ο π ι ο ε ι δ ή ω ς κ ύ ρ ι α ο υ σ ί α: Ενέσιμη χρήση έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή αναφέρεται από τα τρία στα 4 (74,3%) άτομα που αναφέρουν τα οπιοειδή ως κύρια ουσία∙ από αυτά, λίγο λιγότερα από τα μισά (32,2% των εισόδων με κύρια ουσία οπιοειδή) αναφέρουν ενέσιμη χρήση κάποιας ουσίας μέσα στις 30 τελευταίες ημέρες (Γράφημα 3.14). Σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό, τόσο της ενέσιμης χρήσης έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή, όσο και της πολύ πρόσφατης ενέσιμης χρήσης (μέσα στις 30 τελευταίες ημέρες) παρατηρείται στις περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’, συγκριτικά με τα άτομα με ‘ιστορικό προηγούμενης εισόδου στη θεραπεία’ (55,3% έναντι 80,7% και 25,1% έναντι 34,8%, αντίστοιχα). Είναι αξιοσημείωτο ότι η ενέσιμη χρήση (τόσο η έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή, όσο και η πολύ πρόσφατη) αναφέρεται σε σημαντικά υψηλότερα ποσοστά εισόδων για χρήση οπιοειδών στις Λοιπές περιοχές της χώρας και της Θεσσαλονίκης, συγκριτικά με την Αττική (Γράφημα 3.14).
Ε π ι π ο λ α σ μ ό ς τ η ς ε ν έ σ ι μ η ς χ ρ ή σ η ς σ τ α ά τ ο μ α π ο υ α ν α φ έ ρ ο υ ν τ η ν κ ο κ α ΐ ν η/δ ι ε γ ε ρ τ ι κ ά ω ς κ ύ ρ ι α ο υ σ ί α: Ενέσιμη χρήση έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή αναφέρεται από αναφέρεται από το ένα στα 5 (20,6%) άτομα που αναφέρουν την κοκαΐνη/διεγερτικά ως κύρια ουσία∙ από αυτά, λίγο λιγότερα από τα μισά (9,6% των εισόδων με κύρια ουσία κοκαΐνη/ διεγερτικά) αναφέρουν ενέσιμη χρήση κάποιας ουσίας στις 30 τελευταίες ημέρες (Γράφημα 3.15). Όπως και με τα οπιοειδή, έτσι και με την κοκαΐνη/διεγερτικά, σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό ενέσιμης χρήσης (έστω και μία φορά στη ζωή και μέσα στις 30 τελευταίες ημέρες) παρατηρείται στις περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’, συγκριτικά με τα άτομα με ‘ιστορικό προηγούμενης εισόδου στη θεραπεία’ (Γράφημα 3.15). Επίσης, η ενέσιμη χρήση έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή αναφέρεται σε σημαντικά υψηλότερα ποσοστά εισόδων για χρήση κοκαΐνης/διεγερτικών στις Λοιπές περιοχές και κυρίως τη Θεσσαλονίκη, συγκριτικά με την Αττική. Αν και υπολογισμένο βάσει μικρού αριθμού παρατηρήσεων (n=11 και 34, αντίστοιχα), η Θεσσαλονίκη παρουσιάζει σημαντικά υψηλότερα ποσοστά και στην πολύ πρόσφατη ενέσιμη χρήση (20,8%), συγκριτικά με την Αττική (7,9%, Γράφημα 3.15).
Επιπολασμός της κοινής χρήσης σύριγγας (άτομα με ενέσιμη χρήση έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή)
Ε π ι π ο λ α σ μ ό ς τ η ς κ ο ι ν ή ς χ ρ ή σ η ς σ ύ ρ ι γ γ α ς, α ν ε ξ α ρ τ ή τ ω ς κ ύ ρ ι α ς ο υ σ ί α ς (n=1508): Κοινή χρήση σύριγγας έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή αναφέρεται από το 48,9% των ατόμων που εισέρχονται στη θεραπεία και αναφέρουν ενέσιμη χρήση έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή (στοιχεία 2021), με το 1/6 αυτών (8,1% του συνόλου των εισόδων με ιστορικό ενέσιμης χρήσης έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή) να αναφέρουν πολύ πρόσφατη ενέσιμη χρήση (δηλαδή κατά τη διάρκεια των 30 τελευταίων ημερών, Πίνακας 3.1).
Ε π ι π ο λ α σ μ ό ς τ η ς κ ο ι ν ή ς χ ρ ή σ η ς σ ύ ρ ι γ γ α ς σ τ α ά τ ο μ α π ο υ α ν α φ έ ρ ο υ ν ο π ι ο ε ι δ ή ω ς κ ύ ρ ι α ο υ σ ί α και ε ν έ σ ι μ η χ ρ ή σ η έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή (n=1240): Κοινή χρήση σύριγγας έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή στα άτομα που αναφέρουν οπιοειδή ως κύρια ουσία και ενέσιμη χρήση έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή αναφέρεται σε επίπεδο 49,0%∙εξ αυτών, το ένα έκτο (8,4% του συνόλου των εισόδων για οπιοειδή με ιστορικό ενέσιμης χρήσης) αναφέρουν κοινή χρήση σύριγγας μέσα στις 30 τελευταίες ημέρες (Γράφημα 3.16). Σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό της κοινής χρήσης σύριγγας έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή (αν και όχι της πολύ πρόσφατης κοινής χρήσης σύριγγας) παρατηρείται στις περιπτώσεις της ‘πρώτης θεραπείας’, συγκριτικά με τις περιπτώσεις με ‘ιστορικό προηγούμενης εισόδου στη θεραπεία’ (39,0% και 51,0%, αντίστοιχα). Είναι αξιοσημείωτο ότι η κοινή χρήση σύριγγας έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή αναφέρεται σε σημαντικά υψηλότερα ποσοστά εισόδων για χρήση οπιοειδών στις Λοιπές περιοχές της χώρας και της Θεσσαλονίκης, συγκριτικά με την Αττική, ενώ και η πολύ πρόσφατη κοινή χρήση σύριγγας αναφέρεται σε σημαντικά υψηλότερα ποσοστά στις λοιπές περιοχές, συγκριτικά με την Αττική (Γράφημα 3.16).
Ε π ι π ο λ α σ μ ό ς τ η ς κ ο ι ν ή ς χ ρ ή σ η ς σ ύ ρ ι γ γ α ς σ τ α ά τ ο μ α π ο υ α ν α φ έ ρ ο υ ν τ η ν κ ο κ α ΐ ν η/δ ι ε γ ε ρ τ ι κ ά ω ς κ ύ ρ ι α ο υ σ ί α και ε ν έ σ ι μ η χ ρ ή σ η έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή (n=131): Έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή κοινή χρήσης σύριγγα στα άτομα που αναφέρουν την κοκαΐνη/διεγερτικά ως κύρια ουσία και ενέσιμη χρήση έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή αναφέρεται σε επίπεδο 46,6%∙από τα άτομα αυτά, περίπου το ένα πέμπτο (9,6% του συνόλου των εισόδων για κοκαΐνη/διεγερτικά με ιστορικό ενέσιμης χρήσης) αναφέρουν κοινή χρήση σύριγγας στις 30 τελευταίες ημέρες (Γράφημα 3.17). Σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό κοινής χρήσης σύριγγας έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή (αν και όχι της πολύ πρόσφατης) παρατηρείται στις περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’ (3,6%), συγκριτικά με τα άτομα με ‘ιστορικό προηγούμενης εισόδου στη θεραπεία’ (11,6%, Γράφημα 3.17). Αν και υπολογισμένο βάσει μικρού αριθμού παρατηρήσεων, η έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή κοινή χρήση σύριγγας αναφέρεται σε σημαντικά υψηλότερα ποσοστά εισόδων για χρήση κοκαΐνης/διεγερτικών στη Θεσσαλονίκη (65,2% για n=15), συγκριτικά μόνο με την Αττική (35,6% για n=26, Γράφημα 3.17).
Δ ι α χ ρ ο ν ι κ ά, μετά το 2019 (ουσιαστικά με την έναρξη της πανδημίας του COVID-19) παρατηρείται ανακοπή της έως τότε τάσης μείωσης του ποσοστού των ατόμων που εισέρχονται στη θεραπεία ανεξαρτήτως ουσίας και αναφέρουν πολύ πρόσφατη ενέσιμη χρήση (ενέσιμη χρήση κατά τη διάρκεια των τελευταίων 30 ημερών πριν από την είσοδο στη θεραπεία), μολονότι ο αριθμός των ατόμων που την αναφέρουν συνεχίζει να μειώνεται (Γράφημα 3.18).
Μεταξύ των ατόμων που εισέρχονται στην θεραπεία και αναφέρουν ιστορικό ενέσιμη χρήσης, συνεχίστηκε και το 2021 η πτωτική τάση στο ποσοστό εκείνων που ανέφεραν πολύ πρόσφατη κοινή χρήση συρίγγων (κοινή χρήση συρίγγων κατά τη διάρκεια των τελευταίων 30 ημερών πριν από την είσοδο στη θεραπεία, Γράφημα 3.19).
Κοινωνικοδημογραφικά χαρακτηριστικά
Ανεξαρτήτως κύριας ουσίας χρήσης, τα άτομα που εισήλθαν σε θεραπεία για προβλήματα από τη χρήση ουσιών το 2021 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) ήταν (Γράφημα 3.20 και Γράφημα 3.21):
- Άνδρες σε ποσοστό 83,9% (σχετικά χαμηλότερα στις περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’).
- Με μέση ηλικία τα 35,7 έτη (τ.α. 10,8 έτη), 3 χρόνια χαμηλότερη στις περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’ (32,5 έτη) και 3,5 χρόνια υψηλότερη στους άνδρες (36,3έτη), συγκριτικά με τις γυναίκες (32,8 έτη).
- Ελληνικής ιθαγένειας σε ποσοστό 88,1% (σχετικά χαμηλότερα στις περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’).
- Με σταθερή στέγη (87,3%, ή 85,6% αν εξαιρεθούν τα άτομα με προβλήματα από τη χρήση κάνναβης(δεν φαίνεται σε γράφημα). Μη-σταθερή ή απουσία στέγης ανέφερε σχεδόν ένα στα 8 άτομα (12,7%, σχετικά χαμηλότερα στις περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’). Σχεδόν τα μισά άτομα (47,4%) ανέφεραν ότι ζουν με τους γονείς τους, σχεδόν ένα στα 4 (22,5%) μόνα και ένα στα 6 (15,7%) με σύντροφο (με ή χωρίς παιδιά). Σχεδόν ένα στα 8 άτομα (13,4%) ανέφερε ότι ζει με παιδιά.
- Με μη-ολοκληρωμένη τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση σε ποσοστό 43,8% (σημαντικά λιγότεροι στις περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’ και 45,7% αν εξαιρεθούν τα άτομα με προβλήματα από τη χρήση κάνναβης).
- Άνεργοι σε ποσοστό 46,2% (σημαντικά λιγότεροι στις περιπτώσεις ‘πρώτης θεραπείας’), αλλά 51,1% αν εξαιρεθούν τα άτομα με προβλήματα από τη χρήση κάνναβης (δεν φαίνεται σε γράφημα). Περισσότερα από ένα στα 4 άτομα (28,8%) ανέφερε σταθερή και ένα στα 4 (24,9%) περιστασιακή απασχόληση.
Δ ι α χ ρ ο ν ι κ ά (Γράφημα 3.21 και Γράφημα 3.22):
- Αυξάνεται η μέση ηλικία των ατόμων που εισέρχονται ετησίως στη θεραπεία από τη χρήση ουσιών.
- Μειώνεται σταδιακά το ποσοστό των ατόμων που αναφέρουν ότι ζουν με τους γονείς τους.
- Το ποσοστό των ανδρών παραμένει γενικά σταθερό, γύρω στο 85%.
- Το ποσοστό της μη-σταθερής στέγης/αστεγίας παραμένει την τελευταία 10ετία (2012-2021) γενικά σταθερό, γύρω στο 12%.
- Αν και σχετικά χαμηλό, το ποσοστό των ατόμων που εισέρχονται ετησίως στη θεραπεία και έχουν αλλοδαπή ιθαγένεια αυξάνεται σταδιακά τα τελευταία χρόνια και είναι σήμερα (2021, 11,9%) σχεδόν διπλάσιο συγκριτικά με πριν από μια 10ετία (2012, 5,5%).
- Αν και παραμένουν υψηλά, την τελευταία 10ετία μειώνεται σταδιακά τα ποσοστά των ατόμων που αναφέρουν κατά την είσοδο δεν έχουν απολυτήριο λυκείου και ότι είναι άνεργοι.
- Πολύ πιθανόν λόγω των συνθηκών που προκάλεσαν τα μέτρα για τον περιορισμό της πανδημίας covid19, τη διετία 2020-2021 αυξήθηκε σημαντικά το διάστημα που μεσολαβεί από την έναρξη της συστηματικής χρήσης της κύριας ουσίας μέχρι την είσοδο στη θεραπεία.
ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Δείκτης Αίτησης Θεραπείας (ΔΑΘ)
Ο Δείκτης Αίτησης Θεραπείας (ΔΑΘ) αποτελεί έναν από τους πέντε επιδημιολογικούς δείκτες που εφαρμόζει το ΕΚΤΕΠΝ από το 1994 προκειμένου να αποτυπώσει τα προβλήματα της χρήσης ουσιών και της συνδεόμενης βλάβης στην Ελλάδα. Η εφαρμογή του βασίζεται στο Ευρωπαϊκό Πρωτόκολλο του Δείκτη (Standard Protocol v.3.0) του EMCDDA. Περισσότερες πληροφορίες για τον ΔΑΘ εδώ,
Στο πλαίσιο της εφαρμογής του ΔΑΘ ως ‘θεραπεία’ ορίζεται κάθε υπηρεσία η οποία έχει στόχο να βελτιώσει την ψυχολογική, τη σωματική ή την κοινωνική κατάσταση των ατόμων που ζητούν βοήθεια για προβλήματα από τη χρήση ουσιών. Η θεραπεία παρέχεται συνήθως από εξειδικευμένες υπηρεσίες, αλλά μπορεί επίσης να προέρχεται κι από υπηρεσίες που προσφέρουν γενική ιατρική και ψυχολογική βοήθεια σε άτομα που αντιμετωπίζουν πρόβλημα με τις ουσίες. Ως ‘θεραπευτικό πρόγραμμα’ ορίζεται η υπηρεσία η οποία παρέχει θεραπεία, όπως αυτή ορίζεται παραπάνω, σε άτομα με προβλήματα χρήσης ουσιών. Τα θεραπευτικά προγράμματα μπορεί να βασίζονται σε δομές που είναι ιατρικές ή μη-ιατρικές, δημόσιες ή ιδιωτικές, ειδικευμένες ή μη. Με την ευρεία του έννοια ο παραπάνω ορισμός μπορεί να περιλαμβάνει παρεμβάσεις οι οποίες αποσκοπούν στη μείωση της βλάβης, παρεμβάσεις των οποίων ο κύριος σκοπός είναι η αποτοξίνωση και η αποχή, μη-ιατρικές αλλά και ιατρικές παρεμβάσεις, βραχείες παρεμβάσεις σε κρίση ή συμβουλευτική παρέμβαση ή υποστήριξη, καθώς επίσης και περισσότερο δομημένα μακροχρόνια προγράμματα.
Τα στοιχεία του ΔΑΘ αφορούν για τα μεν ‘στεγνά’ προγράμματα τα άτομα που απευθύνονται στα συμβουλευτικά κέντρα, για το δε πρόγραμμα θεραπείας με αγωνιστές τα άτομα που εντάσσονται στο πρόγραμμα μέσω της ΜΥΑΠ, στην περίπτωση της Αττικής, και των ΜΟΘΕ στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Ελλείψει συστηματικών δεδομένων τα οποία να συλλέγονται από δείγματα του πληθυσμού (του γενικού πληθυσμού και ιδιαίτερα του πληθυσμού εκτός θεραπευτικών δομών), τα χαρακτηριστικά, οι μεταβολές και οι γενικότερες τάσεις στον αριθμό των ατόμων που καταγράφονται ετησίως μέσω του ΔΑΘ απηχούν σε ικανοποιητικό βαθμό την ‘πραγματική’ κατάσταση του φαινομένου της προβληματικής χρήσης ναρκωτικών στην Ελλάδα. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι τα στοιχεία του ΔΑΘ είναι ευαίσθητα τόσο σε μεθοδολογικούς παράγοντες όσο και σε παράγοντες οι οποίοι σχετίζονται με τη λειτουργία των μονάδων που συλλέγουν και διαχειρίζονται τα στοιχεία πρωτογενώς. Έτσι, για παράδειγμα, οι διαχρονικές μεταβολές στον ετήσιο αριθμό των καταγραφών στον ΔΑΘ μπορεί να απεικονίζουν συγκυριακές μεταβολές στην επιδημιολογία, στις αντιλήψεις και στα κίνητρα που οδηγούν τους χρήστες στη θεραπεία. Ενδέχεται, ωστόσο, να συνδέονται και με μεταβολές, όπως στην ευκολία ή δυσκολία πρόσβασης στα προγράμματα, στη διαθεσιμότητα σε θέσεις θεραπείας και στον βαθμό διείσδυσης των προγραμμάτων στην κοινότητα των χρηστών και στις ομάδες του πληθυσμού υψηλού κινδύνου. Μεταβολές στον ετήσιο αριθμό των καταγραφών του ΔΑΘ ενδέχεται να συνδέονται και με άλλους παράγοντες, όπως τις δυνατότητες που έχουν οι μονάδες σε ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για τη συνεχή και πλήρη συμπλήρωση και αποστολή των εντύπων του ΔΑΘ στο ΕΚΤΕΠΝ, καθώς και τη δυνατότητα που έχει το ΕΚΤΕΠΝ για διαρκή εκπαίδευση και υποστήριξη των επαγγελματιών στις μονάδες/προγράμματα σε θέματα συμπλήρωσης του εντύπου του ΔΑΘ.
Για το 2021 τα στοιχεία προήλθαν από συνολικά 92 δομές των αναγνωρισμένων υπηρεσιών παροχής συμβουλευτικής, θεραπείας ψυχοκοινωνικής υποστήριξης (ψυχοκοινωνικά ή ‘στεγνά’ θεραπευτικά προγράμματα), σωματικής αποτοξίνωσης και θεραπείας με αγωνιστές οπιοειδών που απέστειλαν στο ΕΚΤΕΠΝ σχετικά δεδομένα. Συνοπτικά, τα δεδομένα για τα χαρακτηριστικά των ατόμων που εισέρχονται ετησίως στη θεραπεία για χρήση ουσιών παρουσιάζονται στον Πίνακα 3.1.
Τελευταία διαθέσιμα στοιχεία - Γραφήματα 2022 - Είσοδοι σε θεραπεία